|
Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης Πανεπιστημίου Αθηνών Μεταπτυχιακό: Εκπαιδευτική Τεχνολογία και Ανάπτυξη Ανθρώπινων Πόρων. Εργασία ''Μηδικοί Πόλεμοι'' του Χρήστου Γιαννικόπουλου |
Γ' Εκστρατεία των Περσών (480 π.Χ.) Ο Δαρείος, μετά τη δεύτερη αποτυχία του, ανέλαβε ο ίδιος τη νέα εκστρατεία εναντίον της Ελλάδας. Στη διάρκεια όμως των προετοιμασιών πέθανε και το 485 ο γιος του Ξέρξης συνέχισε πυρετωδώς τις προετοιμασίες για άλλα ακόμη 5 χρόνια. Στο μεταξύ οι Έλληνες συμβουλεύτηκαν το Μαντείο των Δελφών, που ο χρησμός του όμως είτε από φόβο, είτε γιατί εξαγοράστηκε, ήταν ασαφής και διφορούμενος. Έτσι η Θεσσαλία και η Βοιωτία, εκτός των Πλαταιών, μήδισαν και πάλι, ενώ το Άργος, η Κρήτη και η Κέρκυρα έμειναν ουδέτερες. Το 481 με πρωτοβουλία της Σπάρτης και της Αθήνας, συγκλήθηκε συνέδριο όλων των ελληνικών πόλεων στην Κόρινθο. Στο συνέδριο αυτό αντιπροσωπεύτηκαν όλες οι πόλεις με ψυχική ενότητα, ενώ οι αντιπρόσωποι (πρόβουλοι) στο ναό του Ποσειδώνα πήραν απόφαση: Να σταματήσουν οι μεταξύ τους εχθροπαξίες, δίνοντας υπόσχεση για μελλοντική τους ομόνοια. Να αντισταθούν καθολικά εναντίον των Περσών. Να τιμωρήσουν τις πόλεις που μήδιζαν. Να δοθεί η αρχιστρατηγία στη στεριά και στη θάλασσα στους Σπαρτιάτες. Να στείλουν στρατεύματα στο στενό των Θερμοπυλών για να σταματήσουν την προέλαση των Περσικών στρατευμάτων. Οι δυνάμεις του Ξέρξη ξεκίνησαν από τις Σάρδεις στα τέλη του 480, αφού στρατολογήθηκαν και διάφοροι άλλοι λαοί (Αιγύπτιοι, Λίβυες, Ασιάτες κ.ά.). Η γιγαντιαία στρατιά, που οι ιστορικοί την ανεβάζουν σε μυριάδες (1.000.000 και περισσότερο) εκτός από τους 89.000 ιππείς, τα 1207 πλοία κλπ., έφθασε στην Τρωάδα με κατεύθυνση τον Ελλήσποντο. Εκεί κατασκευάστηκε διπλή γέφυρα, σύμφωνα με τις διαταγές του Ξέρξη, από Φοίνικες μηχανικούς, για να περάσει ο στρατός, που για 7 ολόκληρες μέρες και νύχτες περνούσε αδιάκοπα. Ο ίδιος, πάνω σε μαρμάρινο θρόνο, σε λόφο της Αβύδου, επιθεωρούσε την Τρωική πεδιάδα κατάμεστη από τις μυριάδες των στρατιωτών του και παρατηρούσε τη θάλασσα καλυμμένη από τα 1207 πλοία και, αλαζονικός καθώς ήταν, μακάριζε τον εαυτό του για το μεγαλείο του. Διαμέσου της Θράκης, της Χαλκιδικής και των Μακεδονικών χωρών Βοττιαίας και Πιερίας, η μεγάλη στρατιά έφτασε στα Τέμπη. Στο πέρασμά του ο περσικός στρατός υποχρέωνε το βασιλιά Αλέξανδρο Α' της Μακεδονίας, να τον ακολουθήσει και στη συνέχεια ανάγκασε σε υποταγή τη Θεσσαλία και τη Φθιώτιδα και έφθασε στις Θερμοπύλες. Ο στόλος, εξάλλου αφού ξεκίνησε από τη Φώκαια, ακολουθούσε την πορεία των στρατευμάτων. Στα στενά των Θερμοπυλών, όπως είχαν αποφασίσει οι Έλληνες στο συνέδριο, προσπάθησαν να αναχαιτίσουν τον εχθρό. Η φύλαξη του στενού ανατέθηκε στον βασιλιά της Σπάρτης Λεωνίδα με 6000 στρατιώτες, από τους οποίους οι 300 ήταν Σπαρτιάτες. Όλοι τους έμειναν θρυλικοί στην ιστορία για την αυτοθυσία τους. Ο περσικός στρατός στρατοπέδευσε στην Τραχίνα με την πεποίθηση ότι οι Έλληνες θα υποχωρούσαν έντρομοι μπρος στον όγκο των δυνάμεών του. Ο Ξέρξης, αφού έμαθε την τέταρτη μέρα από κατασκόπους του πως οι Έλληνες, αντί να δείχνουν ανησυχία χτενίζονταν και στολίζονταν με ψυχραιμία, κάλεσε το Δημάρατο (εξόριστο βασιλιά της Σπάρτης στην αυλή του, που ακολουθούσε την εκστρατεία) να του εξηγήσει τι συμβαίνει. Όταν πήρε την απάντηση ότι οι Σπαρτιάτες πριν απ' τον κίνδυνο στόλιζαν πάντα τις κόμες τους, θαύμασε την ψυχραιμία τους, παράλληλα όμως έστειλε κήρυκες στο Λεωνίδα ζητώντας του να του παραδώσει τα όπλα. Η απάντηση του Λεωνίδα ήταν εκείνο το αγέρωχο "μολών λαβέ" (έλα να τα πάρεις), που εξόργισε το μεγάλο βασιλιά τόσο, που διέταξε τους Μήδους του να αρχίσουν την επίθεση και να συλλάβουν όλους τους Έλληνες ζωντανούς. Η επίθεση κράτησε όλη τη μέρα με αποτέλεσμα οι περισσότεροι από τους Μήδους να πέσουν στη μάχη. Την ίδια τύχη είχε και το τάγμα των Αθανάτων που διοικούσε ο Υδάρνης. Από τη δύσκολη αυτή θέση έβγαλε τους Πέρσες ο προδότης Εφιάλτης οδηγώντας τους από ένα άγνωστο πέρασμα με σκοπό να κτυπήσουν τους Έλληνες στα νώτα. Έτσι ο Λεωνίδας κατάλαβε το μάταιο της αντίστασης και διέταξε τους υπόλοιπους Έλληνες να φύγουν, μια και η θυσία τους, που ήταν βέβαιη, σε τίποτα δε θα ωφελούσε. Αυτός με τους 300 Σπαρτιάτες και τους 700 Θεσπιείς (που δε δέχτηκαν να φύγουν) έμεινε στη θέση του και νίκησε μια νίκη ηθική. Ο αγώνας έτσι, άνισος καθώς ήταν, πήρε μοναδική σκληρότητα. Σε μια στιγμή ο Λεωνίδας σκοτώθηκε και τότε άρχισε γύρω από το σώμα του η αγριότερη μάχη. Τέσσερις φορές οι Έλληνες τρέψανε σε φυγή τους Πέρσες υπερασπίζοντας με τα όπλα, τα χέρια και τα δόντια τους τα στενά των Θερμοπυλών. Μα ο εχθρός ήταν στίφη ατέλειωτα. Οι Σπαρτιάτές και οι Θεσπιείς έπεσαν ο ένας μετά τον άλλον πιστοί στους νόμους της πατρίδας τους. Έτσι ο Ξέρξης πέρασε το στενό του θανάτου και πήρε το δρόμο του νότου κινώντας τα νικηφόρα στίφη του προς τη μεγάλη αντίπαλο, την Αθήνα. Στις Θερμοπύλες οι Έλληνες έστησαν αργότερα λαμπρά μνημεία που πάνω τους χάραξαν το επιτύμβιο επίγραμμα του Σιμωνίδη. "Ω, ξείν', αγγέλειν, Λακεδαιμονίοις ότι τήδε κείμεθα, τοις κείνων ρήμασι πειθόμενοι". Η μάχη των Θερμοπυλών, με την καθυστέρηση που έφερε στους Πέρσες, έδωσε τη δυνατότητα στους άλλους Έλληνες να προετοιμαστούν για την αντιμετώπισή τους αλλά και ανύψωσε το ηθικό τους. Έπειτα η ηθική φθορά των Περσών ήταν μεγάλη. Συνειδητοποίησαν πια ότι η εκστρατεία τους στην Ελλάδα δεν ήταν ένας απλός περίπατος, όπως πίστευαν. Οι Θερμοπύλες έμειναν σαν ορόσημο στην παγκόσμια ιστορία, γιατί έδωσαν το μεγαλύτερο δίδαγμα πως ο αγώνας για την ελευθερία και την αξιοπρέπεια δε χαρίζεται, αλλά κερδίζεται με θυσία και αυταπάρνηση. Ναυμαχία της Σαλαμίνας (480 π.Χ.) Ο στρατός του Ξέρξη κτυπούσε τους Έλληνες στις Θερμοπύλες, ενώ ο στόλος του έπλεε απειλητικός προς τα νότια. Ο ελληνικός στόλος διατηρούσε τον έλεγχο στα στενά της Εύβοιας στο ακρωτήριο Αρτεμίσιο για τον κίνδυνο ενίσχυσης των Περσών από τη μεριά της θάλασσας. Και εδώ η ναυμαχία, που ακολούθησε, ήταν πεισματική και κράτησε περίπου 3 μέρες, μα οι Έλληνες αναγκάστηκαν να τη διακόψουν στη μέση όταν έμαθαν το θάνατο του Λεωνίδα, για να καταλάβουν καίριες θέσεις στον κόλπο της Σαλαμίνας και να προετοιμάσουν την άμυνα της Ελλάδας. Ο Ξέρξης προχωρούσε καίγοντας και λεηλατώντας το κάθε τι στο διάβα του. Μέσα στην απόγνωσή τους οι Αθηναίοι πείστηκαν από το Θεμιστοκλή να εγκαταλείψουν ολότελα την πόλη και με την προστασία του στόλου, όσοι απ' αυτούς μπορούσαν να κρατήσουν όπλα, να καταφύγουν στη Σαλαμίνα. Οι γυναίκες και τα παιδιά στην Αίγινα και Τροιζήνα. Ήταν από τις θλιβερότερες στιγμές της ζωής τους να εγκαταλείψουν την πατρική γη και να φεύγουν με καρτερικότητα. Μόνο μερικοί γέροντες, πιστοί στις παραδόσεις, οχυρώθηκαν στην Ακρόπολη. Ασφαλείς οι βάρβαροι όρμησαν στην έρημη πόλη, πυρπόλησαν και σύλλησαν τους ναούς της στέλνοντας τα πολύτιμα λάφυρα στην Ασία. Από την άλλη μεριά οι Σπαρτιάτες τρομαγμένοι, που η απειλή έφτασε έξω από τις πύλες τους, οχύρωσαν τον Ισθμό της Κορίνθου με τείχος. Στο συνέδριο των ναυάρχων ο Σπαρτιάτης Ευρυβιάδης συγκρούστηκε με το Θεμιστοκλή πάνω στο θέμα εκλογής της πιο κατάλληλης για τη ναυμαχία θέσης. Ο Ευρυβιάδης επέμενε να ναυμαχήσουν τους Πέρσες στον Ισθμό με τη συνεργασία των στρατευμάτων τους, ο Θεμιστοκλής, αντίθετα, θεωρούσε τη Σαλαμίνα σαν το πιο ιδανικό μέρος. Ο Πλούταρχος παρέχει την πληροφορία πως πάνω στην αντίθεσή του ο Ευρυβιάδης πήγε να κτυπήσει τον Αθηναίο στρατηγό με ραβδί. Τότε ο Θεμιστοκλής του απάντησε: "Πάταξον μεν, άκουσον δε". Για άλλη μια φορά μεγαλούργησε η διορατικότητα του Θεμιστοκλή γιατί μπόρεσε να προβλέψει τη δυσκολία στους ελιγμούς των αργοκίνητων και τεράστιων καραβιών των Περσών στα στενά της Σαλαμίνας. Προχώρησε ακόμη και σε πολιτικό τέχνασμα ειδοποιώντας μυστικά τον Ξέρξη να προλάβει, τάχα, τον ελληνικό στόλο στην αποχώρησή του από τη Σαλαμίνα. Έτσι, βέβαιος ο μεγάλος βασιλιάς για τη νίκη, περικύκλωσε τους Έλληνες και τους απέκλεισε τις δύο διεξόδους, Φάληρο και στενό Μεγάρων. Ο Αριστείδης, βλέποντας τη νύχτα τις κινήσεις των Περσών, πήγε να συμπαρασταθεί στον παλιό του αντίπαλο. Η ναυμαχία άρχισε από τη μεριά των Ελλήνων που ξάφνιασε τους Πέρσες γιατί υπολόγιζαν σε δικό τους αιφνιδιασμό. Τα 230 ελληνικά πλοία έτρεψαν σε άτακτη φυγή τους Φοίνικες που από το περιορισμένο του θαλάσσιου χώρου και από την απειρία τους σε θαλάσσιες αναμετρήσεις, έγιναν εύκολη λεία στους Έλληνες. Στην αταξία που επακολούθησε ο Περσικός στόλος δεν ήξερε πώς να απομακρυνθεί και η μόνη φροντίδα των Περσών ήταν να περισώσουν τη ζωή τους. Ο Θεμιστοκλής θέλοντας να δώσει χαριστική βολή στον αλαζονικό βασιλιά, που επόπτευε τη ναυμαχία πάνω σε χρυσό θρόνο στο Αιγάλεω, τον ειδοποίησε πως οι Έλληνες σκόπευαν να καταστρέψουν τις γέφυρες στον Ελλήσποντο. Εξουθενωμένος πια ο Ξέρξης και με το φόβο πως η συμφορά του θα οδηγούσε σε ανταρσία τις ελληνικές πόλεις της Ασίας, πήρε το δρόμο της επιστροφής, αφού άφησε το Μαρδόνιο στη Θεσσαλία με 300.000 άνδρες. Ο Θεμιστοκλής είναι ο κύριος πρωταγωνιστής της νίκης. Σ' αυτόν οφείλεται το ότι η Αθήνα έγινε ναυτική δύναμη. Αυτός, στρατιωτικός με τρομακτική διορατικότητα, περιόρισε τις κινήσεις των Περσών στα στενά της Σαλαμίνας. Η περίφημη ναυμαχία της Σαλαμίνας είναι από τις μεγαλύτερες ναυτικές συγκρούσεις στην ιστορία και αποτελεί σταθμό στην παγκόσμια ιστορία γιατί: Φανερώθηκε η μεγαλόπνοη στρατιωτική τακτική των Ελλήνων και το αποκορύφωμα της γενναιοψυχίας τους. Η νίκη των Ελληνικών πλοίων έδιωξε οριστικά τους Πέρσες από την Ελλάδα και έσωσε την Ευρώπη από βάρβαρη κατάκτηση. Εδραιώθηκε το ναυτικό μεγαλείο της Αθήνας. Μάχη Πλαταιών Οι Έλληνες σε νέα τους συγκέντρωση στον Ισθμό της Κορίνθου τίμησαν με βραβεία τους δημιουργούς της λαμπρής νίκης. Τα αριστεία τα πήραν οι Αιγινήτες ενώ στο Θεμιστοκλή έδωσαν βραβείο ανδρείας. Οι Σπαρτιάτες του απόδωσαν ξεχωριστές τιμές στεφανώνοντάς τον με στεφάνι ελιάς και προσφέροντάς του ένα υπέροχο άρμα. Στο μεταξύ ο Μαρδόνιος έμεινε στη Θεσσαλία συνεχίζοντας προετοιμασίες όλο το χειμώνα. Προσπαθούσε με δόλιες ενέργειες να προσεταιριστεί τους Αθηναίους, με τις υποσχέσεις ότι θα τους έκτιζε την καταστραμμένη πόλη και τους ναούς και θα τους εξασφάλιζε αυτονομία. Χρησιμοποίησε μάλιστα σαν μεσάζοντα τον Αλέξανδρο Α' βασιλιά της Μακεδονίας. Μετά την αγέρωχη απάντηση των Αθηναίων, με τις συμβουλές του Αριστείδη, ο Μαρδόνιος επιχείρησε νέα εισβολή στην Αττική, όπου ολοκλήρωσε την καταστροφή της έρημης πια Αθήνας, αφού οι κάτοικοί της είχαν βρει και πάλι καταφύγιο στη Σαλαμίνα. Η απάντηση των Αθηναίων στις προσβλητικές προτάσεις των Περσών ήταν: "όσο ο ήλιος δεν αλλάζει την πορεία του, οι Αθηναίοι, πιστοί στους θεούς και στους ήρωες, που αυτοί έκαψαν, θα εξακολουθούν να αντιστέκονται και να υπερασπίζουν την ελευθερία". Το ίδιο υπερήφανη ήταν η απάντηση των Αθηναίων στις υποψίες των Σπαρτιατών: "Η ελληνική συνείδηση, η κοινή γλώσσα, οι κοινοί θεοί και θυσίες, δε μας επιτρέπουν να γίνουμε προδότες". Οι Σπαρτιάτες αρχικά δεν ανταποκρίθηκαν στην πρόσκληση για βοήθεια, αργότερα όμως φοβήθηκαν μήπως Αθηναίοι και Πέρσες συμπράξουν σε βάρος τους και γι' αυτό αποφάσισαν να στείλουν 5.000 στρατιώτες και 5.000 περίοικους (σε κάθε στρατιώτη αναλογούσαν 7 είλωτες και σε κάθε περίοικο 1 είλωτας). Στρατηγός τους ορίσθηκε ο Παυσανίας και των Αθηναίων ο Αριστείδης. Συνολικά ο ελληνικός στρατός μαζί με τους Πελοποννήσιους, που ήρθαν να δώσουν το "παρόν", έφτασε τους 110.000 άνδρες. Η αναμέτρηση με τη στρατιά του Μαρδονίου αποφασίστηκε να γίνει κοντά στην πόλη των Πλαταιών, στους πρόποδες του Κιθαιρώνα. Στην πεδιάδα των Πλαταιών, όπου είχε στρατοπεδεύσει ο στρατός του, ο Μαρδόνιος, βέβαιος για την έκβαση του αγώνα, έμενε ήσυχος, βασιζόμενος εξάλλου στο ιππικό του που οι Έλληνες στερούνταν. Για 10 ολόκληρες μέρες λογάριαζε στην εξάντληση των ελληνικών δυνάμεων ώσπου επιτέθηκε ξαφνικά. Ο Μακεδόνας βασιλιάς Αλέξανδρος Α' είχε μηνύσει στους Αθηναίους την ημέρα της επίθεσης των βαρβάρων, που τους βρήκε έτσι πανέτοιμους. Οι Πέρσες με τις ασπίδες τους είχαν σχηματίσει ένα αληθινό τείχος που τα μακριά δόρατα των Ελλήνων κατόρθωσαν να διασπάσουν. Ο Μαρδόνιος και οι χίλιοι επίλεκτοι ιππείς του μάχονταν να διατηρήσουν το στρατό σε τάξη. Ο Σπαρτιάτης Αρίμνηστος τον σκοτώνει και οι Πέρσες πανικοβλημένοι, γυρεύουν στο ξύλινο στρατόπεδο, που είχαν φτιάξει, προστασία. Από τις 300.000 των Περσών μόνο 4.000 σώθηκαν και άλλοι 40.000 του Αρτάβαζου που χωρίς να πολεμήσουν γύρισαν τα νώτα, για να φύγουν γρηγορότερα στην Ασία. Αυτό το τέλος είχε και η τελευταία απόπειρα των Περσών, που δε διανοήθηκαν ποτέ πια να επιχειρήσουν άλλη επίθεση εναντίον της Ελλάδας. Οι Πλαταιές αναγνωρίστηκαν ως χώρος ιερός και αποφασίστηκε να γιορτάζονται εκεί αγώνες "τα Ελευθέρια" σε ανάμνηση της νίκης, στο όνομα του Δία. Στο θεό Απόλλωνα στους Δελφούς αφιέρωσαν οι Έλληνες χρυσό τρίποδα με παραστάσεις φιδιών, με χαραγμένα πάνω του τα ονόματα των πόλεων που υπερασπίστηκαν την πατρίδα. Ενωμένοι οι Έλληνες τιμώρησαν σκληρά τους Θηβαίους και εκτέλεσαν τους "μηδίσαντες". Ναυμαχία Μυκάλης (479 π.Χ.) Ενώ είχαν ένδοξη νίκη στις Πλαταιές οι Έλληνες, ταυτόχρονα ο ελληνικός στόλος συνέτριψε το βαρβαρικό ναυτικό στο ακρωτήριο της Μυκάλης στην Ιωνία. Με αναπτερωμένο το ηθικό από τη μάχη των Πλαταιών, οι Έλληνες έδωσαν στους Πέρσες τη χαριστική βολή, όταν αργότερα τους καταναυμάχησαν στη Μυκάλη. Τα πλοία τους όλα πυρπολήθηκαν, ο στρατός τους διαλύθηκε και ο αρχηγός τους Τιγράνης σκοτώθηκε. Με τη νίκη τους αυτή οι Έλληνες βοήθησαν τις Ιωνικές πόλεις να αποτινάξουν τον Περσικό ζυγό. Έτσι οι Πέρσες διωγμένοι απ' τον Ελλαδικό χώρο και ταπεινωμένοι στη στεριά και στη θάλασσα αναγκάζονται να περιοριστούν στην πατρίδα τους. Ο πόλεμος πια για τους Έλληνες από αμυντικός μετατρέπεται σε επιθετικό και μακριά απ' την Ελλάδα. |