Η ελιά δεν είναι
απαιτητικό δέντρο όσον αφορά το έδαφος. Μπορεί να αναπτυχθεί
και σε σχετικά ξερά και φτωχά χαλικώδη και ασβεστώδη εδάφη. Οι
περισσότεροι ελαιώνες στην Ελλάδα έχουν αναπτυχθεί σε τέτοια φτωχά
εδάφη όπου με δυσκολία αναπτύσσονται άλλα καρποφόρα δέντρα.
Καλύτερα όμως αναπτύσσεται και αποδίδει σε βαθιά αμμοπηλώδη εδάφη
που διαθέτουν καλή υγρασία και αποστραγγίζουν καλά.
Στην περίπτωση δημιουργίας ενός ελαιώνα από νεαρά
φυτά, αρχικά προετοιμάζεται το έδαφος, ώστε να διευκολυνθεί η εφαρμογή διαφόρων
καλλιεργητικών περιποιήσεων και να αναπτυχθούν καλύτερα τα δέντρα. Αν το
έδαφος παρουσιάζει κλίση, η φύτευση γίνεται κατά τις ισοϋψείς καμπύλες για να
αποφεύγεται η διάβρωση. Σε περιοχές με μεγάλη κλίση, η φύτευση γίνεται σε
αναβαθμίσεις. Πριν από την φύτευση γίνεται πάντα ένα βαθύ όργωμα για να
βοηθηθεί η ανάπτυξη του ριζικού συστήματος σε μεγάλο βάθος. Μερικές φορές
στο βαθύ όργωμα προσθέτονται λιπάσματα, κυρίως φωσφορικά και καλιούχα, για να
δημιουργηθεί ένα απόθεμα θρεπτικών στοιχείων στη ζώνη ανάπτυξης των ριζών, καθώς
τα λιπάσματα αυτά δεν φτάνουν ως το ριζόστρωμα με επιφανειακή λίπανση επειδή
κατακρατούνται στα επιφανειακά στρώματα. Ακολουθεί ισοπέδωση για να
διευκολυνθεί η εφαρμογή άλλων καλλιεργητικών περιποιήσεων αργότερα.
Τα δενδρύλλια φυτεύονται σε μεγάλη απόσταση το ένα από
το άλλο γιατί αναπτύσσουν μεγάλη κόμη και όταν δέχονται σκιές δεν καρποφορούν
ικανοποιητικά. Τα τελευταία χρόνια έχουν διαδοθεί οι χαμηλές
θαμνώδεις μορφές με πυκνές φυτεύσεις, γιατί προσφέρονται για εντατική
εκμετάλλευση. Επειδή ορισμένες ποικιλίες είναι αυτόστειρες για
καλύτερη σταυρογονιμοποίηση, φυτεύονται δύο-τρεις ποικιλίες μαζί.