|
Η Σπάρτη αναφέρεται στα ομηρικά έπη. Η αρπαγή της
Ωραίας Ελένης, γυναίκας του Σπαρτιάτη βασιλιά Μενελάου, υπήρξε
σύμφωνα με τον Όμηρο η αιτία του Τρωικού πολέμου. Ο Μενέλαος ήταν
αδελφός του βασιλιά των Μυκηνών Αγαμέμνονα. Οι υπήκοοι και των δύο
παραπάνω βασιλέων αναφέρονται ως Αχαιοί. Συμπεραίνουμε, λοιπόν, ότι
η Σπάρτη υπήρχε ήδη στη Μυκηναϊκή περίοδο και κατοικείτο από τους
Αχαιούς, τους πρώτους Έλληνες που ήρθαν από το Βορρά.
Περί το 1100π.Χ., μετά την κατάρρευση του Μυκηναϊκού
πολιτισμού, εγκαταστάθηκαν στην περιοχή της Σπάρτης οι Δωριείς,
ελληνικό φύλο που ήλθε επίσης από το Βορρά. Έτσι, σταδιακά ιδρύθηκε
το Δωρικό κράτος της Σπάρτης, γνωστό στην Αρχαιότητα και ως
Λακεδαίμων, το οποίο μετά από πολέμους επεκτάθηκε στο μεγαλύτερο
μέρος της Λακωνίας, της Μεσσηνίας και της Αρκαδίας.
Η Σπάρτη υπήρξε από τις αρχές της ίδρυσής
της μέχρι και ολόκληρη την κλασική ελληνική περίοδο η ανοχύρωτη και συγχρόνως
ανίκητη πόλη που θαυμάστηκε από τους υπόλοιπους Έλληνες. Ο θαυμασμός των άλλων
Ελλήνων αποτυπώθηκε στα κείμενα Αθηναίων κυρίως συγγραφέων και έχει σχέση όχι
μόνο με τις θαυμάσιες πολεμικές επιδόσεις των Σπαρτιατών αλλά και με το ήθος
τους και το λιτό τρόπο ζωής τους.
Η λιτότητα φαίνεται ότι ήταν αποτυπωμένη και στα
οικοδομήματα της Σπάρτης. Η πόλη σίγουρα δε διέθετε μεγαλειώδεις ναούς
αντίστοιχους του Παρθενώνα, ούτε έργα τέχνης αντίστοιχα εκείνων της Αθήνας. Τα
«γράμματα»
επίσης δεν καλλιεργήθηκαν σε υψηλό βαθμό. Αναγνωριζόταν όμως από όλους η αξία
της σπαρτιατικής σκέψης καθώς και η αξία του λιτού αλλά πολύ περιεκτικού τρόπου
έκφρασης των Λακεδαιμονίων και αποτυπώθηκαν τα παραπάνω στο γνωστό ρητό
«το
λακωνίζειν εστί φιλοσοφείν».
Είναι γεγονός ότι οι αρχαίοι Έλληνες, παρόλο που
είχαν αίσθηση της κοινής τους καταγωγής, της κοινής τους κατά βάση γλώσσας και
της κοινής τους θρησκείας, παρέμειναν χωρισμένοι ως υπήκοοι πόλεων-κρατών που
δυστυχώς είχαν διενέξεις και πολεμικές συγκρούσεις μεταξύ τους. Και ενώ οι
Έλληνες πολέμησαν ενωμένοι κατά των Περσών και νίκησαν, αφού μετά τους Περσικούς
πολέμους ο ελληνικός πολιτισμός έφθασε στον κολοφώνα της δόξας του (5ος π.Χ.
αιώνας ή αλλιώς του Περικλέους), η Ελλάδα έμελλε να δεχτεί το πλήγμα του
Πελοποννησιακού πολέμου, που διεξήχθη ανάμεσα σε δύο συμμαχίες Ελλήνων, εκείνη
στην οποία ηγούντο οι Αθηναίοι (αθηναϊκή συμμαχία) και εκείνη στην οποία ηγούντο
οι Σπαρτιάτες (Πελοποννησιακή συμμαχία).
Ο Πελοποννησιακός πόλεμος κηρύχτηκε από τους Πελοποννησίους το 431π.Χ., είχε τρεις περιόδους και τελείωσε το 404π.Χ. με
συντριπτική νίκη των Πελοποννησίων. Σύμφωνα με τον ιστορικό Θουκυδίδη, ήταν
πόλεμος σκληρός. Η έκβασή του ίσως δεν πρέπει να θεωρήσουμε ότι δόξασε τη Σπάρτη
γιατί έγινε απαρχή κακών εξελίξεων γι' αυτή. Μετά τον Πελοποννησιακό πόλεμο η
Σπάρτη άσκησε ηγεμονία στην Ελλάδα, η οποία όμως οδήγησε σε δυσαρέσκεια και
πολέμους, το Βοιωτικό (396-387π.Χ.) και τον πόλεμο με τη Θήβα. Στη μάχη των
Λεύκτρων το 371π.Χ. οι Θηβαίοι με αρχηγούς τους τον Επαμεινώνδα και τον Πελοπίδα
νίκησαν τους Σπαρτιάτες. Στη συνέχεια υπήρξαν ανακατατάξεις. Σπαρτιάτες και
Αθηναίοι συνασπίστηκαν και συγκρούστηκαν στη Μαντίνεια με τους Θηβαίους
καταφέροντάς τους βαρύ πλήγμα. Χωρίς πάντως να προκύψει οριστικός νικητής, η
Ελλάδα βυθίστηκε για πολλά χρόνια στο χάος. Τα επόμενα χρόνια αναπτύχθηκε η
Μακεδονία και κυριάρχησε στην Ελλάδα. Μετά τη μάχη της Μεγαλόπολης και τη μάχη
της Σελλασίας η Σπάρτη άρχισε να καταρρέει και τελικά κατελήφθη από τους
Ρωμαίους το 146π.Χ..
Οι Ρωμαίοι φαίνεται ότι σεβάστηκαν το
ένδοξο παρελθόν της Σπάρτης και έδωσαν σχετική αυτονομία στους κατοίκους της.
Φρόντισαν μάλιστα να οικοδομηθεί η πόλη με σύγχρονο για την εποχή σχέδιο, με
υδραγωγείο και θέατρο, ερείπια του οποίου παραμένουν ως σήμερα. Πάντως σιγά-σιγά
η Σπάρτη, που ήταν περιφερειακή πλέον πόλη της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, και
γενικότερα η περιοχή της έπαυσαν να έχουν σημαντική θέση στο κράτος. Η Λακωνία
έγινε απλά μια μικρή αγροτική περιοχή χωρίς ιδιαίτερη σημασία.
|