|
Η Σπαρτιατική κοινωνία αποτελείτο από τάξεις:
τους ομοίους, δηλαδή αυτούς που προέρχονταν από τους Δωριείς και ήταν οι
μόνοι που είχαν πολιτικά δικαιώματα, τους είλωτες, που ήταν κυρίως αιχμάλωτοι
πολέμου και αποτελούσαν κατά βάση τους δούλους της Σπάρτης, και τους περιοίκους,
δηλαδή τους κατοίκους των γύρω από τη Σπάρτη περιοχών προς τους οποίους το
κράτος αναγνώριζε ένα βαθμό ελευθερίας. Οι περίοικοι ήταν υπήκοοι του
Σπαρτιατικού κράτους της Μυκηναϊκής εποχής, οι οποίοι όπως φαίνεται δεν πρόβαλαν
αντίσταση στους Δωριείς και για το λόγο αυτό έτυχαν ειδικής μεταχείρισης σε
αντίθεση με τους είλωτες.
Η ζωή της Σπάρτης οργανώθηκε στα πλαίσια
μιας αυστηρής νομοθεσίας που αποδίδεται στον περίφημο Σπαρτιάτη νομοθέτη
Λυκούργο. Λέγεται ότι ο Λυκούργος, αφού παρέδωσε τους νόμους στους συμπατριώτες
του, έφυγε από τη Σπάρτη και ζήτησε από τους Σπαρτιάτες να μην τροποποιήσουν
κανένα νόμο πριν αυτός επιστρέψει στην πόλη. Ο Λυκούργος σκόπιμα δεν επέστρεψε
ποτέ στη Σπάρτη και οι Σπαρτιάτες έμειναν για πάντα πιστοί σε μια νομοθεσία που
τους ήθελε εφ' όρου ζωής στρατιώτες, πιστούς στην πατρίδα τους και έτοιμους να
αγωνιστούν γι' αυτή και να θυσιάσουν τη ζωή τους για τη δόξα της.
Αιώνιο σύμβολο πολεμικής αρετής και υπακοής
στους νόμους της πατρίδας αποτελεί η θυσία των τριακοσίων Σπαρτιατών και του
βασιλιά τους Λεωνίδα στις Θερμοπύλες το 480π.Χ., οι οποίοι παρά την τρομερή
αριθμητική υπεροχή των αντιπάλων τους Περσών έμειναν και έπεσαν στο πεδίο της
μάχης
«τοις
κείνων (δηλαδή Λακεδαιμονίων) ρήμασι πειθόμενοι»,
γενναία
τέκνα Σπαρτιατισσών που έδιναν την ασπίδα στα παιδιά τους που ξεκινούσαν για τη
μάχη και τα προέτρεπαν με το
«ή ταν ή επί τας».
Τους εφ' όρου ζωής στρατιώτες αποτελούσαν οι Σπαρτιάτες
πολίτες, οι οποίοι αποκλειστικά ασχολούντο με τη στρατιωτική ζωή.
|