Η
Πύλος, την οποία ίδρυσε ο μεγαρέας Πύλος, γνώρισε τόσο μεγάλη ακμή
και δόξα με τον Νηλέα που ο Όμηρος την
αποκαλεί πόλη του Νηλέως. Ο Νέστωρ, γιός του Νηλέα βασίλεψε τον 13ο
αι. π.Χ. επί τρεις γενιές. Σύμφωνα με τον Παυσανία, η ομηρική Πύλος
ήταν στο ύψωμα Κορυφάσιο, βόρεια πάνω από τον κόλπο της Βοϊδοκοιλιάς.
Εκεί ήταν, όπως έλεγαν, το σπίτι και ο τάφος του Νέστορος, και κοντά
του ο τάφος του Θρασυμήδη, ενός από τους επτά γιούς του, καθώς και η
σπηλιά όπου έβαζε ο μυκηναίος βασιλιάς τις αγελάδες του. Το ανάκτορο
του Νέστορος βρέθηκε 6 χιλιόμετρα βορειοδυτικά από το Κορυφάσιο,
στον Επάνω Εγκλιανό. Τα ερείπια του ανακτόρου σε συνδυασμό με τις
περιγραφές του Όμηρου βεβαιώνουν ότι το εκτεταμένο βασίλειο του
Νέστορος, που έφτανε μέχρι τον Ταϋγετο ήταν το δεύτερο σε ισχύ,
ακτινοβολία και πλούτο, μετά τις Μυκήνες. Εκατό καράβια έστειλε στην
Τροία ο Αγαμέμνων, ο αρχηγός της πανελλήνιας εκστρατείας, ενενήντα ο
Νέστωρ.
Η πυρπόληση του μυκηναϊκού ανακτόρου της Πύλου στα τέλη του 13ου ή
στις αρχές του 12ου αι. π.Χ., που ιδιαίτερα ευνοήθηκε από τις πυκνές
ξυλοδεσιές των τοίχων του κτιρίου, ήταν καθολική και οδήγησε στην
ολοκληρωτική καταστροφή και εγκατάλειψη του και στην ερήμωση του
χώρου. Η καταστροφή του ανακτόρου του Νέστορος, όπως και οι
καταστροφές ή πυρπολήσεις των άλλων σύγχρονων ανακτόρων του
ελλαδικού κόσμου (Γλας, Βοιωτικός Ορχομενός, Καδμείον Θηβών, Μυκήνες,
Τίρυνθα), πιθανότατα οφείλονται σε γενικότερες λαϊκές αναστατώσεις
και εξεγέρσεις στις έδρες των μυκηναϊκών βασιλείων, που οδήγησαν στη
συνέχεια σε ανατροπές και πολιτικές ανακατατάξεις.